Οι αιώνιοι φοιτητές και η μεγάλη ευθύνη των φοιτητικών παρατάξεων
-
Εμφανίσεις: 730
Το πρόγραμμα σπουδών πάσχει, κατά κανόνα, από έλλειψη προοδευτικής εμβάθυνσης και αλληλουχίας, στη σειρά των μαθημάτων. Δηλαδή, δεν υπάρχουν προαπαιτούμενα για την παρακολούθηση οποιουδήποτε μαθήματος και η κατανομή των μαθημάτων κατά εξάμηνα και έτη είναι ενδεικτική και μόνο. Στα πανεπιστήμια του εξωτερικού, το ένα μάθημα «κτίζεται» πάνω σε ένα ή περισσότερα άλλα μαθήματα, αποτελώντας μια συνέχεα και επιβάλλοντας για να προχωρήσει κανείς στο επόμενο μάθημα να έχει επιτύχει προηγούμενα στο συναφές μάθημα.
Στα ελληνικά πανεπιστήμια το πρόγραμμα σπουδών δεν έχει διαβάθμιση δυσκολίας. Όλοι οι φοιτητές μπορούν να εξετάζονται σε όποιο μάθημα επιθυμούν από οποιοδήποτε έτος. Παρά τις προθέσεις του ενδεικτικού προγράμματος σπουδών, δημιουργείται μια τάση όλα τα μαθήματα να είναι στο ίδιο περίπου επίπεδο δυσκολίας, που βέβαια δεν είναι άλλο από το εισαγωγικό.
Η διαδικασία φοίτησης χαρακτηρίζεται από την «διευκόλυνση» να μπορεί κανείς να παρακολουθεί ένα μάθημα όποτε θέλει ή και ποτέ. Όποτε θέλει σημαίνει και το να μπορεί να μπαίνει και να βγαίνει από την αίθουσα διαλέξεων οποιαδήποτε στιγμή το επιθυμεί κατά την διάρκεια της διάλεξης. Τέλος, θέλει δε θέλει θα ακούσει τις ανακοινώσεις που όποτε θέλουν απαιτούν οι φοιτητικές οργανώσεις και δεν θα ακούσει τις διαλέξεις που ακυρώνονται όποτε οι φοιτητικές παρατάξεις ή μη φοιτητικές οργανώσεις το επιβάλουν. Οι εξετάσεις είναι εκεί όπου οι διευκολύνσεις φθάνουν στο απόγειό τους. Η πρώτη «διευκόλυνση» έχει να κάνει με την εξεταστέα ύλη η οποία εμπεριέχεται στο δωρεάν διανεμόμενο βιβλίο ή φωτοτυπημένο υλικό. Η δεύτερη «διευκόλυνση» αφορά στον αριθμό των εξεταζομένων μαθημάτων. Ο αριθμός αυτός δεν περιορίζεται στον αριθμό των μαθημάτων που προβλέπει το πρόγραμμα σπουδών για το κάθε εξάμηνο. Είναι, κατά κανόνα, σημαντικά μεγαλύτερος και περιλαμβάνει και μαθήματα προηγούμενων εξαμήνων. Η τρίτη «διευκόλυνση» αφορά στον αριθμό των εξετάσεων σε ένα μάθημα. Ο αριθμός αυτός είναι απεριόριστος. Μπορεί, δηλαδή, ο φοιτητής να εξετάζεται σε ένα μάθημα μέχρι να επιτύχει. Μάλιστα μπορεί να εξετάζεται δύο φορές το χρόνο. Εδώ όμως είναι το πρόβλημα – δυο φορές δεν αρκούν και ασφαλώς απέχουν πολύ από το ιδεώδες απεριόριστο. Έτσι, σε μια μετριοπαθή προσπάθεια προσέγγισης του ιδεώδους, οι φοιτητικές παρατάξεις απαιτούν το δικαίωμα μιας τρίτης εξέτασης στο ίδιο μάθημα μέσα σ΄ ένα χρόνο. Πρέπει να σημειωθεί ότι για τρεις τουλάχιστον μήνες ετησίως (Σεπτέμβριος – Φεβρουάριος – Ιούνιος) και ίσως και περισσότερο, το πανεπιστήμιο μετατρέπεται πλήρως σε εξεταστικό κέντρο. Η απαίτηση για τρεις εξετάσεις σε κάθε μάθημα μέσα στο ίδιο ακαδημαϊκό έτος θα επιμηκύνει ακόμη περισσότερο τον ήδη μακρύ χρόνο που το πανεπιστήμιο αφιερώνει στις εξετάσεις.
Η τέταρτη «διευκόλυνση» αφορά στην αντιγραφή. Η διάπραξη απάτης σε σχέση με την εξέταση δεν θεωρείται κολάσιμη πράξη από τις φοιτητικές παρατάξεις. Έτσι καταψηφίζουν συστηματικά στη Σύγκλητο του κάθε Πανεπιστημίου που είναι το αρμόδιο όργανο για την επιβολή τιμωρίας, κάθε σχετική πρόταση ακόμη και όταν υπάρχουν αδιάψευστα αποδεικτικά στοιχεία και ομολογία του αντιγράφοντος. Το σκεπτικό είναι ότι η τιμωρία του φοιτητή που συνελήφθη αντιγράφοντας είναι τελείως άδικη, εφόσον δεν πιάνονται όλοι οι άλλοι που όλοι δέχονται ότι αντιγράφουν. Η αντιγραφή, υποστηρίζουν δημόσια οι εκπρόσωποι φοιτητών στην Σύγκλητο, του κάθε ΑΕΙ, αποτελεί ευρέως διαδεδομένη πρακτική και η ατυχία των ελάχιστων που πιάνονται επ΄ αυτοφώρω δεν είναι δίκαιο να τιμωρείται.
Το εκτεταμένο της αντιγραφής, σε συνδυασμό με τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό των εξετάσεων και επομένως και ευκαιριών για αντιγραφή, συνιστά το κύριο πρόβλημα για την αξία του πανεπιστημιακού πτυχίου. Προκύπτει επομένως ότι η αξία των πτυχίων έχει άμεσα σχέση με την ποιότητα και την προσωπικότητα του φοιτητή. Από την άλλη, το πτυχίο αποτελεί την πιστοποίηση ότι ένας φοιτητής/α έχει τις απαιτούμενες γνώσεις και η πιστοποίηση βασίζεται ουσιαστικά στην επιτυχή διεκπεραίωση των εξετάσεων. Η απάτη στις εξετάσεις, όσο και αν μας φαίνεται πολύ αυστηρό, καθιστά κίβδηλη την πιστοποίηση και εκμηδενίζει την αξία του πτυχίου. Στην ουσία, αυτό που έχουν επιτύχει οι διάφορες «διευκολύνσεις» είναι να αποψιλώσουν το πανεπιστήμιο από τον μόνο μηχανισμό ελέγχου ποιότητας που διέθετε, καθιστώντας έτσι την πιστοποίηση τελείως αναξιόπιστη. Να θυμίσουμε εδώ, ότι πολλές φορές με μεγάλη ευκολία χαρακτηρίζουμε πτυχιούχους από άλλες χώρες, μη ευρωπαϊκές, μέχρι πρόσφατα, ότι η αξία των πτυχίων τους δεν έχει αξία διότι ο τρόπος εξετάσεων στα συγκεκριμένα ΑΕΙ είναι «κίβδηλος» αλλά δεν σκεφτόμαστε ότι και στην χώρα μας που επίσης έχουμε τις ανωτέρω «διευκολύνσεις» εκμηδενίζεται σε πολλές περιπτώσεις η αξία του πτυχίου.
Η απογοητευτική εικόνα που προκύπτει αφορά κυρίως στην εκπαίδευση για το πρώτο πτυχίο και όχι, ευτυχώς, στην μεταπτυχιακή εκπαίδευση, όπου οι φοιτητικές παρατάξεις δεν έχουν εισχωρήσει ακόμη. Οι μεταπτυχιακές σπουδές στην χώρα μας αναπτύχθηκαν με ταχείς ρυθμούς τα τελευταία δέκα χρόνια και πρόκειται για προγράμματα υψηλού επιπέδου, όπου το πτυχίο αποτελεί αξιόπιστη πιστοποίηση, και τούτο διότι χαρακτηρίζονται από αυστηρά κριτήρια εισαγωγής, μικρό αριθμό φοιτητών, στενή επίβλεψη από τους διδάσκοντες και αδιάβλητες εξετάσεις.
Όπως είπαμε, επομένως, και την προηγούμενη φορά οφείλουμε να μετατοπίσουμε τα κίνητρα από μια αντίληψη «ποσοτικής» παιδείας σε μια αντίληψη «ποιοτικής» παιδείας που ξεκινά από την κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή και ολοκληρώνεται με την υιοθέτηση κατάλληλων θεσμών και τον σεβασμό, αυτοεκτίμηση και αξιοποίηση του δυναμικού της πανεπιστημιακής κοινότητας για όφελος της ελληνικής κοινωνίας.
Από την εφημερίδα "Απογευματινή"